Χαρακτηριστικά | |
Ύψος | 50cm |
Πλάτος | 100cm |
Ανθοφορία | Ιούλιο - Αύγουστο |
Χρώμα | Πράσινο - Ροζ - Κόκκινο - Μωβ |
Ζώνη καλλιέργειας | 8-9-10-11 |
Φως | Ημισκιά |
Νερό | Μέτριο |
Ελάχιστη θερμοκρασία | -8°C |
Έδαφος | Αμμώδες - Πηλώδες - Χονδρόκοκκο οργανικό - Οργανικό χουμώδες - Βελτιωμένο αργιλώδες |
Crinum 'Ellen Bosanquet'
Οικογένεια: Amaryllidaceae
Περιγραφή
Πρόκειται για υβριδογενή ποικιλία άγνωστης προέλευσης, η οποία δημιουργήθηκε από τον Αμερικανό βελτιωτή Louis Bosanquet στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Όπως και τα υπόλοιπα μέλη του γένους, αποτελεί γεωφυτικό είδος, το οποίο διαχειμάζει με τη μορφή βολβών. Τα φύλλα του είναι εξαιρετικά μεγάλα (μήκους 60 έως 80 cm) και σχετικά στενά (πλάτος 5 έως 7 cm), έχουν επίμηκες λογχοειδές σχήμα, ζωηρό πράσινο χρώμα και φέρονται σε πλούσιους, πυκνούς θυσάνους ύψους 40 έως 50 cm και μήκους 90 έως 100 cm. Τα εξαιρετικά εντυπωσιακά, πολύ μεγάλα και έντονα αρωματικά άνθη του έχουν χοανοειδές σχήμα και αποτελούνται από 6 μεγάλα, πλατιά πέταλα έντονου ροζ-μωβ έως μωβ-κόκκινου χρώματος, και τον ίδιο αριθμό λεπτοφυών στημόνων λευκού χρώματος. Εμφανιζόμενα από τον Ιούλιο έως τον Αύγουστο, φέρονται επάκρια ισχυρών στελεχών ύψους 1 m σε σκιαδιοειδείς, πυκνές ταξιανθίες των 8 έως 12.
Καλλιέργεια
Είναι φυτό με έντονη ανάπτυξη, εξαιρετικά σκληρό, ευπροσάρμοστο κι ανθεκτικό στις κατάλληλες συνθήκες καλλιέργειας. Αναπτύσσεται εξαιρετικά σε ημισκιερές θέσεις, απαιτώντας συνθήκες ελαφράς σκίασης και προστασίας από τον έντονο μεσημεριανό ήλιο σε θερμά κλίματα. Προτιμά τα ελαφριά, πλούσια, στραγγερά αλλά όχι ξηρά αμμώδη έως αμμοπηλώδη εδάφη. Ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται η παροχή ικανοποιητικής ποσότητας νερού τους θερμότερους μήνες του χρόνου, έλλειψη της οποίας οδηγεί σε ξήρανση των φύλλων και φτωχή ανάπτυξη. Αυτό το εξαιρετικά ζωηρό και ανθεκτικό υβριδογενές φυτό αντέχει σε ελάχιστες θερμοκρασίες μέχρι - 8 °C τουλάχιστον, με τα φυτά να νεκρώνουν το μεγαλύτερο μέρος των φύλλων τους. Πρόκειται για φυτό ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού, ιδιαίτερα όταν προστατεύεται από τον έντονο μεσημεριανό ήλιο. Κατά την εγκατάστασή του, ο λαιμός του βολβού θα πρέπει να παραμένει έξω από το έδαφος. Πρόκειται για φυτό με ελάχιστες καλλιεργητικές απαιτήσεις, το οποίο μάλιστα σχηματίζει αργά αυξανόμενες συστάδες. Το χειμώνα θα πρέπει να αφαιρούνται τα νεκρά φύλλα, ιδιαίτερα σε περιοχές με ψυχρές και υγρές συνθήκες. Τα ποτίσματα θα πρέπει να αραιώνουν μετά την ολοκλήρωση της ανθοφορίας και έως και την άνοιξη, όπου σταδιακά αυξάνονται καθώς το φυτό εισέρχεται σε νέο κύκλο ανάπτυξης. Πολλαπλασιάζεται με διαίρεση των πλευρικών βολβιδίων κάθε 5 έως 7 χρόνια, η οποία πραγματοποιείται στις αρχές του φθινοπώρου.
Χρήσεις
Μία από τις πιο δημοφιλείς και διαδεδομένες ποικιλίες του γένους, ξεχωρίζοντας για το ασυνήθιστα έντονο και βαθύ χρώμα των ανθέων του, το οποίο θυμίζει αυτό του κόκκινου κρασιού, καθώς και για το έντονο άρωμά τους. Όπως και τα υπόλοιπα μέλη του γένους του, συνίσταται ιδιαίτερα για τη φύτευσή του υγρές τοποθεσίες όπως όχθες λιμνών και άλλων υδάτινων στοιχείων, όπου δημιουργεί εντυπωσιακές συστάδες, καθώς και για τη συμμετοχή του σε μεικτές πολυετείς φυτεύσεις όπως μπορντούρες και παρτέρια, προσδίδοντας έναν εξωτικό χαρακτήρα. Εξαιρετική επιλογή και ως γλαστρόφυτο σε φωτεινά μπαλκόνια και βεράντες, όπου συχνά παρατηρείται πλουσιότερη άνθιση όταν αποφεύγεται η μεταφύτευσή του και εγκαθίσταται σε φυτοπεριέκτες μεγάλου όγκου. Τα άνθη του είναι ελκυστικά για έντομα-επικονιαστές όπως οι πεταλούδες και οι νυκτοπεταλούδες. Όπως και τα υπόλοιπα είδη του γένους του, αποτελεί εξαιρετικά τοξικό φυτό λόγω των αλκαλοειδών που περιέχει σε όλα τα μέρη του, ενώ υπάρχουν αναφορές ότι επαφή με τον οπό μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό του δέρματος.