Χαρακτηριστικά | |
Ύψος | 50cm |
Πλάτος | 80cm |
Ανθοφορία | Μάϊο - Ιούνιο - Ιούλιο - Αύγουστο |
Χρώμα | Πράσινο - Λευκό |
Ζώνη καλλιέργειας | 7-8-9-10 |
Φως | Ήλιος |
Νερό | Μέτριο |
Ελάχιστη θερμοκρασία | -18ºC |
Έδαφος | Αμμώδες - Πηλώδες - Χαλικώδες - Οργανικό χουμώδες - Χονδρόκοκκο οργανικό - Βελτιωμένο αργιλώδες |
Sinningia tubiflora
Οικογένεια: Gesneriaceae
Περιγραφή
Πρόκειται για ένα πολυετές, ποώδες είδος που κατάγεται από τη νοτιανατολική Νότια Αμερική (Αργεντινή, Ουρουγουάη), όπου φύεται σε περιοδικά ξηρές, συχνά παρόχθιες και παραθαλάσσιες τοποθεσίες. Φυτό γνωστό και ως Sinningia longituba και Achimenes tubiflora. Εκφυόμενο από κονδύλους που θυμίζουν αυτούς της πατάτας, αναπτύσσεται με τη μορφή σχετικά συμπαγούς, πυκνόκλαδου πόα, φτάνοντας σε ύψος 40 έως 50 cm και πλάτος 40 έως 80 cm. Το πλούσιο, πυκνό φύλλωμα φέρεται αντίθετα κατά μήκος των ισχυρών, όρθιων βλαστών, οι οποίοι έχουν καστανέρυθρο χρώμα, και αποτελείται από πολυάριθμα, αρκετά μεγάλα λογχοειδή φύλλα με έντονο σκούρο πράσινο χρώμα και βελούδινη- δερματώδη υφή, η οποία οφείλεται στην παρουσία έντονης χνόασης. Τα εξαιρετικά εντυπωσιακά, αρωματικά άνθη έχουν έντονα επίμηκες, χοανοειδές σχήμα, μήκος έως 9 cm και φέρονται σε ομάδες των 4 έως 8 στην κορυφή όρθιων ανθοφόρων στελεχών ύψους έως 70 cm από το Μάιο έως τον Αύγουστο. Αυτά αποτελούνται από 5 ενωμένα πέταλα με φωτεινό λευκό χρώμα και ροζ-κόκκινη βάση, τα οποία περιβάλλουν στήμονες και ύπερο υπόλευκου χρώματος και αναδίδουν ένα μεθυστικό άρωμα εσπεριδοειδών.
Καλλιέργεια
Αποτελεί ένα φυτό με σχετικά μεγάλο ρυθμό ανάπτυξης, το οποίο είναι ιδιαίτερα σκληρό, ευπροσάρμοστο και εύκολο στην καλλιέργειά του. Προτιμά τις φωτεινές θέσεις ανεξαρτήτως του κλίματος, στις οποίες παρατηρείται η πλούσια ανθοφορία του. Δεν είναι απαιτητικό ως προς το τύπο εδάφους, όμως θα πρέπει να εξασφαλίζεται ο καλός αερισμός των κονδύλων, ιδιαίτερα σε συνθήκες χαμηλών θερμοκρασιών και υψηλής υγρασίας, οι οποίες καλό θα είναι να αποφεύγονται. Όταν καλλιεργείται σε γλάστρα, το πότισμα πρέπει να γίνεται με σύνεση και σταθερότητα, ενώ κατά το χειμερινό λήθαργο θα πρέπει να αποφεύγεται. Ανθεκτικό στην αλατότητα και στην παροδική ξηρασία, όμως παρατηρείται πλουσιότερη ανάπτυξη και ανθοφορία σε πλούσια, ελαφριά εδάφη που αρδεύονται το καλοκαίρι. Όχι ιδιαίτερα ανθεκτικό στο κρύο, με θερμοκρασίες κάτω των – 18ºC να είναι επιζήμιες στο φυτό, ιδιαίτερα σε υγρές συνθήκες. H αφαίρεση των απανθισμένων ανθοφόρων στελεχών κατά την απάνθιση ενισχύει και επεκτείνει την ανθοφορία του. Ευπαθές στον ισχυρό αέρα, ο οποίος τραυματίζει τις ταξιανθίες. Μετά την εγκατάστασή τους, σχετικά γρήγορα σχηματίζουν πολυπληθείς συστάδες χάρη στη παραγωγή κονδυλώδων στολώνων. Η πλουσιότερη ανθοφορία επιτυγχάνεται με τον σχηματισμό πυκνών συστάδων στο σημείο καλλιέργειάς τους. Ο πολλαπλασιασμός γίνεται με διαίρεση των κονδύλων.
Χρήσεις
Αυτό το ασυνήθιστο γεώφυτο αποτελεί μια από τις πιο εντυπωσιακές και εύκολες στην καλλιέργειά τους γεσνεριάδες. Ξεχωρίζοντας τόσο για το πλούσιο, βελούδινο φύλλωμά του, όσο και για τα εξαιρετικά καλλωπιστικά και εξόχως αρωματικά άνθη του, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μεικτές πολυετείς φυτεύσεις και παρτέρια με ξηροφυτικό ή μη χαρακτήρα σε ξηρές, παραθαλάσσιες και αστικές περιοχές, καθώς και ως ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον γλαστρόφυτο για φωτεινά μπαλκόνια, βεράντες και ταράτσες. Τα άνθη προσελκύουν νυχτοπεταλούδες χάρη στο άρωμα εσπεριδοειδών που αναδίδουν, καθώς και το λαμπυρίζον λευκό χρώμα και το επίμηκες, εκκρεμές σχήμα τους. Όπως και τα υπόλοιπα μέλη του γένους, πρόκειται για τοξικά είδη, η κατανάλωση των οποίων θα πρέπει να αποφεύγεται.