Χαρακτηριστικά | |
Ύψος | 80cm |
Πλάτος | 75cm |
Ανθοφορία | Ιούνιο - Ιούλιο |
Χρώμα | Πράσινο - Πορτοκαλί - Κίτρινο |
Ζώνη καλλιέργειας | 3-4-5-6-7-8-9 |
Φως | Ήλιος |
Νερό | Μέτριο |
Ελάχιστη θερμοκρασία | -40°C |
Έδαφος | Αμμώδες - Πηλώδες - Οργανικό χουμώδες - Χονδρόκοκκο οργανικό - Βελτιωμένο αργιλώδες |
Hemerocallis fulva
Οικογένεια: Asphodelaceae
Περιγραφή
Πρόκειται για ένα πολυετές, ποώδες είδος που προέρχεται από την Άπω Ανατολή (Κίνα, Κορέα, Ιαπωνία), όπου φύεται κυρίως σε σχετικά υγρές, ανοικτές τοποθεσίες. Όπως και τα υπόλοιπα μέλη του γένους της, αποτελεί γεωφυτικό είδος, το οποίο διαχειμάζει με τη μορφή κονδυλώδους ριζώματος. Τα φύλλα της είναι αρκετά μεγάλα, σχετικά πλατιά, έχουν επίμηκες λογχοειδές-γραμμικό σχήμα, έντονο πράσινο χρώμα και φέρονται σε πλούσιους, αψιδωτούς θυσάνους ύψους 80 cm και μήκους 60 έως 75 cm. Τα εντυπωσιακά άνθη της εμφανίζονται σε πολύ μεγάλους αριθμούς μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου, φερόμενα κατά ομάδες σε συμπαγή, επάκρια διακλαδισμένα στελέχη ύψους 80 έως 90 cm που εκφύονται από τη βάση του φυτού. Αυτά αποτελούνται από 6 μεγάλα πέταλα κεχριμπαρένιου πορτοκαλί χρώματος με ελαφρώς κυματιστά περιθώρια, χρυσοκίτρινη βάση και λευκωπές κεντρικές ζώνες, τα οποία σχηματίζουν μία στεφάνη αστεροειδούς σχήματος διαμέτρου 7 έως 10 cm, η οποία παραμένει ανοικτή από νωρίς το πρωί μέχρι το απόγευμα.
Καλλιέργεια
Είναι φυτό αρκετά γρήγορης ανάπτυξης, ιδιαίτερα σκληρό, ευπροσάρμοστο κι ανθεκτικό. Αναπτύσσεται εξαιρετικά σε προσήλιες, φωτεινές θέσεις, όμως σε θερμά κλίματα αποδίδει καλύτερα σε συνθήκες ελαφράς σκίασης και προστασίας από τον έντονο μεσημεριανό ήλιο. Προτιμά τα ελαφριά, πλούσια, εξαιρετικά στραγγερά αμμώδη έως αμμοπηλώδη εδάφη, όμως προσαρμόζεται και σε άλλους τύπους εδαφών, αρκεί να εξασφαλίζεται ο καλός αερισμός του ριζώματος. Αντέχει σε ελάχιστες θερμοκρασίες μέχρι - 40 °C τουλάχιστον, αρκεί να εξασφαλίζεται η παραμονή του ριζώματος σε στραγγερό, μη κατακλυζόμενο από νερό έδαφος. Πρόκειται για φυτό εξαιρετικά προσαρμοσμένο στην παροδική ξηρασία, ενώ είναι ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού. Απεχθάνεται την έντονη, παρατεταμένη υγρασία, η οποία συνδέεται με την σήψη του ριζώματος και την εξασθένιση του φυτού. Θα πρέπει να αποφεύγεται η φύτευσή του κοντά σε δέντρα και θάμνους με επεκτατικό, πολύ εύρωστο ριζικό σύστημα, το οποίο μπορεί να αποτρέψει την ικανοποιητική ανάπτυξη ή ακόμα και την επιβίωση των φυτών. Φυτό με ελάχιστες καλλιεργητικές απαιτήσεις μετά την εγκατάστασή του, το οποίο μάλιστα σχηματίζει αργά αυξανόμενες συστάδες. Το χειμώνα θα πρέπει να αφαιρούνται τα νεκρά φύλλα, ιδιαίτερα σε περιοχές με ψυχρές και υγρές συνθήκες, ενώ επιθυμητή είναι και η περιοδική αφαίρεση των απανθισμένων ταξιανθιών. Συνίσταται να χορηγείται λίπασμα χαμηλό σε άζωτο στα τέλη του χειμώνα και αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ανθοφορίας, προκειμένου να εξασφαλιστεί η εύρωστη ανάπτυξη των φυτών. Πολλαπλασιάζεται με διαίρεση του ριζώματος κάθε 3 έως 4 χρόνια, η οποία πραγματοποιείται στις αρχές του φθινοπώρου.
Χρήσεις
Αυτή η πολύ όμορφη ημεροκαλλίδα αποτελεί το αρχικό είδος από το οποίο προέκυψαν όλες οι σύγχρονες υβριδογενείς ημεροκαλλίδες. Συνίσταται ιδιαίτερα για τη φύτευσή της σε παρτέρια και άλλες ομαδικές φυτεύσεις, για την συμμετοχή της σε χαμηλές μπορντούρες πολυετών και ως σημείο ενδιαφέροντος. Εξαιρετική επιλογή και ως γλαστρόφυτο σε φωτεινά μπαλκόνια και βεράντες. Όπως και όλα τα μέλη του γένους, αποτελεί ένα εδώδιμο είδος, με τα κλειστά μπουμπούκια να καταναλώνονται ως λαχανικό, ενώ τα άνθη μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην ανθοδετική. Αναφέρεται ότι καλλιεργείται σε μεγάλες εκτάσεις στην Άπω Ανατολή, όπου καταναλώνεται ευρέως ως δημοφιλές λαχανευόμενο φυτό. Αποτελεί φυτό ιδιαίτερα ελκυστικό για έντομα-επικονιαστές όπως μέλισσες και πεταλούδες.